- Ταυρομενίου
- Ταυρομένιονneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θεοφανής — I (1ος αι. π.Χ.). Ιστορικός από τη Μυτιλήνη. Παρακολούθησε τις εκστρατείες του Πομπήιου και τις περιέγραψε, συγκρίνοντάς τις με εκείνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτό κολάκευσε τον Πομπήιο, που τον αναγόρευσε, το 61 π.Χ., Ρωμαίο πολίτη. Στον… … Dictionary of Greek
Αισία — Αγία της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν μαθήτρια του επισκόπου Ταυρομενίου, αγίου Παγκρατίου, και μαρτύρησε μαζί με την αγία Σωσάννα. Γιορτάζεται στις 7 Ιουνίου. Αναφέρεται και ως Εσία και Ευσέβεια … Dictionary of Greek
Νικήτας — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Γότθος ευγενής, που καταγόταν από την Π/Λέρα από τον Ίστρο περιοχή. Μαρτύρησε στη φωτιά, έπειτα από διαταγή του άρχοντα των Γότθων Αθανάριχου, επί εποχής του Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Η μνήμη του… … Dictionary of Greek
Παγκράτιος — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Καταγόταν από την Αντιόχεια και διετέλεσε επίσκοπος Ταυρομενίου (της Σικελίας). Ήταν στενός συνεργάτης των αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Μαρτύρησε στην πυρά. Η μνήμη του τιμάται στις 9 Φεβρουαρίου … Dictionary of Greek
Σωσάννα — I Λέγεται και Σουσάννα. Βιβλικό πρόσωπο γνωστό για τη σεμνότητα του, από τη φυλή του Ιούδα. Ήταν κόρη του Ελκία, και σύζυγος του Ιωακείμ, τον οποίο ακολούθησε στη Βαβυλώνα κατά την αιχμαλωσία. Δύο ηλικιωμένοι κριτές του Ισραήλ της επιτέθηκαν στο… … Dictionary of Greek